Δευτέρα 24 Νοεμβρίου 2014

Ο Χάρος και ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης

Χτυπάει η πόρτα της βάρκας. Παραξενεύομαι γιατί συνήθως όλοι οι γνωστοί και οι φίλοι ή διακτινίζονται ή μπαίνουν μέσα με το έτσι-θέλω. Πλησιάζω διστακτικά και δίπλα μου ο Κέρβερος μυρίζει ερευνητικά. Ανοίγω την πόρτα με το δρεπάνι σε ετοιμότητα και μένω έκπληκτος να κοιτάζω τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη να μου χαμογελά.
“Εσείς; Εδώ; Γιατί;”, ψελλίζω τρομοκρατημένος.
“Να μπω;”, με ρωτάει ευγενικά.
Ακούω μια φωνή γκόμενας από θρίλερ να ουρλιάζει στα αυτιά μου.
“Βρήκε μόνος του την βάρκα σου και θα του πεις να μπει μέσα;;; Πας καλά;;;”
Ο Κέρβερος τον μυρίζει με το ένα του κεφάλι να κρύβεται πίσω από τα άλλα δύο που τον κοιτούν πιο ξεθαρρεμένα. Βγάζει τρία μπισκότα για σκύλους και τους τα δίνει. Ξεροκαταπίνω. Είναι αδίστακτος. Βγάζει ένα μπουκάλι τσίπουρο και κάτι αγκινάρες. Παραμερίζω και τον αφήνω να περάσει.
“Για καθάρισε τις κι έλα να με φιλέψεις!”, μου λέει εγκάρδια με την χαρακτηριστική φωνή του.
Ακόμα άφωνος από την έκπληξη, κόβω τις αγκινάρες και σερβίρω το τσίπουρο σε ποτηράκια. Καθόμαστε μπροστά από το τζάκι και ο Κέρβερος κάθεται μπροστά του κοιτάζοντας τον με λατρεία. Κοπρόσκυλο. Την επόμενη φορά θα πάρω γάτα!
“Θα θέλατε να μου πείτε τον λόγο της επίσκεψης σας;”, τον ρωτώ με την ασταθή φωνή του Γιώργου Κωνσταντίνου στο Χτυποκάρδια στο θρανίο.
Βάζει τα γέλια και μου προσφέρει μια αγκινάρα. Την μασουλάω μηχανικά και μετά συνειδητοποιώ ότι σιχαίνομαι τις αγκινάρες. Έλα όμως που ντρέπομαι και δεν θέλω να την φτύσω. Την καταπίνω σχεδόν αμάσητη και πνίγομαι. Πνίγομαι κι εκείνος γελάει. Και γελάει και γελάει. Κι εγώ πνίγομαι και βήχω και λιποθυμώ.
Πετάγομαι έντρομος και κάθιδρος στον καναπέ.
“Μετά τι συμβαίνει στο όνειρο;”, με ρωτάει με συμπάθεια ο θείος Freud.
Προσπαθώ να ανακτήσω την αναπνοή μου.
“Μου κάνει την κηδεία και μου παίρνει την δουλειά μου.”, μουρμουρίζω ντροπιασμένος.
“Άρα νιώθεις ανταγωνισμό και δέος. Ίσως επειδή τον φοβούνται περισσότερο από εσένα;”, συνεχίζει χαμογελώντας.
Τον αγριοκοιτάζω.
“Μα δεν καταλαβαίνεις; Είναι σχεδόν απέθαντος!”, του λέω με τρόμο.
“Ο άνθρωπος είναι γεννηθείς το 1918. Ζει απλώς καλά.”, μου λέει ο Freud γελώντας.
“Το ήξερα ότι δεν θα με καταλάβεις!”, μουρμουρίζω και πάω να σηκωθώ.
“Κάτσε κάτω.”, μου λέει απότομα, σταματώντας τα γέλια.
Μουτρώνω και κάθομαι πάλι στον καναπέ της βάρκας μου. Σηκώνεται και κάθεται δίπλα μου.
“Γιατί τον φοβάσαι τόσο;”, με ρωτά με ενδιαφέρον.
“Επειδή όπου πάει σπέρνει την καταστροφή. Επειδή δεν μπορεί να είναι γεννημένος μόνο το 1918. Επειδή ξέρει πολλά. Επειδή… επειδή…”, σταματώ και νιώθω σαν ψυχασθενής.
“Έχεις μπει στη διαδικασία να πιστέψεις στον αστικό μύθο του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, αγαπητέ μου. Ένας απλός άνθρωπος είναι. Τίποτα παραπάνω. Κι όταν έρθει η ώρα, εσύ θα κάνεις απλώς την δουλειά σου.”, ακουμπά παρηγορητικά το χέρι του πάνω στο μπράτσο μου.
Ξεφυσώ μέσα στα χέρια μου. Μετά τον κοιτάζω πιο ανακουφισμένος.
“Μην διαβάσεις ξανά το φρικη-παίδεια, εντάξει; Άντε να πας δουλειά. Θα αργήσεις.”, μου λέει ανάβοντας το πούρο του.
Πάω να ανοίξω την πόρτα και …είναι εκεί! Μπροστά μου! Μου χαμογελά! 
“Θεοί!!!”, ουρλιάζω και βγαίνω με το δρεπάνι τρέχοντας.
Ο θείος Freud χασκογελά καπνίζοντας αμέριμνος το πούρο του, ενώ ο παππούς Χάος βγάζει ουρλιάζοντας από τα γέλια την αποκριάτικη μάσκα του κυρίου Μητσοτάκη.
“Μου κόστισες μια πετυχημένη συνεδρία, γερο-Χάος.”, του λέει ο Freud χαμογελώντας.
“Άσε με, με το βουτυρόπαιδο! Τον έχουν κάνει φλώρο η μάνα του και η γιαγιά του! Άσε που του το χρώσταγα από την μέρα της γρίπης του! Τζάμπα δεν είναι οι συνεδρίες;”, ρωτά τον Freud παίρνοντας το πούρο που του προσφέρει κι ο Freud του γνέφει καταφατικά. “Ε μέχρι να συνειδητοποιήσει την πλάκα, έλα να πιούμε ένα τσιπουράκι. Να δούμε και το καινούργιο επεισόδιο του Constantine που κατέβασε τις προάλλες!”

Ο φιλικός Χάρος της γειτονιάς σας.

Κυριακή 16 Νοεμβρίου 2014

Ο Χάρος, η Αφροδίτη και οι 50 αποχρώσεις του Γκρέι παρτ του

Την περιμένω με ένα πιάτο κουλουράκια με σοκολάτα που έφτιαξε η γιαγιά. Διακτινίζεται πάνω στον καναπέ και μου χαμογελά. Κοιτάζει μια τα κουλουράκια, μια το βιβλίο, μια εμένα. Συνοφρυώνεται.
“Το διάβασες χωρίς εμένα;;;”, φουντώνει σε κάθε της λέξη.
“Θα πρέπει να φύγω για ένα δρομολόγιο, δεσποινίς Αφροδίτη. Έχω αφήσει το τελευταίο κεφάλαιο για να το διαβάσουμε μαζί. Μην τολμήσεις να το διαβάσεις μόνη σου. Θα σε τιμωρήσω.”, της χαϊδεύω μια μπούκλα από τα ξανθά της μαλλιά με σοβαρό βλέμμα.
Με κοιτάζει με ορθάνοιχτο στόμα.
“Καλά.”, ψελλίζει αμήχανη.
Βάζω τα γέλια και την δείχνω με τον δείκτη του χεριού, όπως όταν ήμασταν σχολείο, κοροϊδεύοντάς την.
“Ρε τον μπαγάσα, κύριο Γκρέι! Θα το κορνιζώσω αυτό το βιβλίο!”, λέω γελώντας κι εκείνη αρχίζει να μου εκσφενδονίζει μαξιλάρια.
Φεύγω γελώντας, ενώ εκείνη βρίζει ακατάπαυστα. Γυρνώ από το δρομολόγιο και την βλέπω ανάσκελα στον καναπέ με το βιβλίο στο στήθος της. Γυρνά και με κοιτάζει γλυκά. Κάθομαι δίπλα της και της χαμογελώ πειρακτικά.
“Ελπίζω να μην αυνανίστηκες στον καναπέ μου!”
Με κοιτάζει με μισόκλειστα μάτια που χαμογελούν και με μαλώνουν ταυτόχρονα.
“Δεν καταλαβαίνεις τίποτα, Χάρε Χάρου!”
“Ναι, εγώ και ο John Snow!”, την πειράζω. “Διαβάζουμε το τελευταίο κεφάλαιο για να δούμε τι σκατά θα γίνει;”
“Αυτός ο ρομαντισμός σου με αποτελειώνει, Χαρούλη!”, χαμογελά στραβά εκείνη.
Συνεχίζουμε το διάβασμα. Φτάνουμε στο τέλος και την κοιτάζω έκπληκτος.
“Αστειεύεσαι, έτσι; Τριλογία έφερες, γαμώ το φελέκι μου;”
“Έλα, μωρέ Χαρούλη μου!”, στριφογυρίζει τον δείκτη της στο μανίκι του μανδύα μου.
“Όποτε κάνεις μαλακία, μου αρχίζεις τα Χαρούλη μου!”, της γκρινιάζω. “Ανακεφαλαίωση: 21χρονη παρθένα γνωρίζει 28χρονο έμπειρο στο χώρο του σαδομαζοχισμού και την προορίζει για υποτακτική του. Την ξεπαρθενιάζει με δύο οργασμούς παρακαλώ. Τον ερωτεύεται. Της αγοράζει και καλά δανεικά κινητό, υπολογιστή, πολυτελές αυτοκίνητο. Της ρίχνει ένα μπερντάκι ξυλιές στον πισινό. Γουστάρει αυτή. Μαθαίνουμε κι ένα δυο κλισέ μελό που ήταν υιοθετημένος και η βιολογική του μάνα ήταν εθισμένη στο κρακ. Κλαψ. Σνιφ. Δεν φταίει το παιδί. Τον περιλαβαίνει στα 16 του μια φίλη της θετής μάνας και τον κάνει υποτακτικό, για το καλό του. 
Μετά της δίνει συμβόλαιο για να γίνει κατά αποκλειστικότητα υποτακτική. Δεν το υπογράφει. Αλλά παρόλα αυτά τον αφήνει να την αυνανίσει με ένα παλούκι, να την δέσει και να της εξηγήσει το …όνειρο πολλάκις. Αυτός δείχνει ότι την ερωτεύεται κοιμώμενος στο ίδιο κρεβάτι μαζί της και γνωρίζοντας την στην οικογένεια του, ενώ δεν το συνηθίζει. Της λέει ότι την θεωρεί διαφορετική από τις άλλες. Προσπαθεί δηλαδής το παλικάρι για φυσιολογική σχέση. Του ζητάει να την τιμωρήσει. Της μαυρίζει τον πισινό. Αυτή φρικάρει και τον χωρίζει. Του μπι κοντίνιουντ. Ξέχασα κάτι;”
Με κοιτάζει εκνευρισμένη.
“Γιατί το κάνεις να φαίνεται τόσο σαχλό και παρανοϊκό;”
“Εμ, επειδή είναι; Το μόνο ενδιαφέρον είναι ο τρόπος που επηρέασε το βιβλίο τις γκόμενες. Διότι περισσότερο γκόμενες θα αγόρασαν το βιβλίο. Ο ενθουσιασμός τους ήταν τόσος που έγινε τριλογία κι αν δεν απατώμαι και ταινία.”
“Είναι τόσο τρελό δηλαδή αυτό;”, σταυρώνει τα χέρια στο στήθος της η Αφροδίτη.
“Μανάρι μου, γλυκό, είσαστε τόσο απεγνωσμένες να σας κάνει να νιώσετε ιδιαίτερες ένας άνδρας που θα ανεχόσασταν τα πάντα. Αυτό είναι το τρελό. Αυτό δείχνει όλο αυτό. Μια μεσήλικας παντρεμένη με δυο παιδιά και λίγο ασχημούλα, γράφει μια κακογραμμένη παπαριά πουλώντας για εκατομμυριοστή φορά το παραμύθι της Σταχτοπούτας στο σήμερα. Μόνο που ο Πρίγκιπας είναι ένας ψυχάκιας γιάπης με σακατεμένο παρελθόν και η μόνη τρυφερότητα που γνωρίζει είναι το spanking στον πισινό. 
Πού το ρομαντικό σε όλο αυτό; Δεν βλέπεις ότι όλο αυτό είναι άτοπο; Το βλέπεις, αλλά το διαβάζεις κι εσύ γιατί πάσχεις από το σύνδρομο της νοσοκόμας. Νομίζετε, αγαπητά μου κορίτσια, ότι εσείς θα τον κάνετε καλά. Δεν είναι χτύπημα στο πόδι. Σακατεμένη ψυχή έχει. Ψυχίατρο και ψυχολόγο θέλει, όχι γκόμενα.”, την ακουμπώ απαλά στον ώμο.
Με κοιτάζει πεισμωμένη.
“Μερικές φορές οι άνθρωποι αλλάζουν.”
“Σπάνια αλλάζουν, Αφροδίτη μου. Καμιά φορά μεταλλάσσονται. Μα σπάνια αλλάζει ο πυρήνας τους. Ειδικά ένας τύπος όπως ο κύριος Γκρέι. Θα παραμένει πάντα προβληματικός να πολεμάει φαντάσματα. Η άλλη σίγουρα θα τον βαρεθεί και θα τον αφήσει.”, της λέω τρυφερά.
“Ωραία! Θα το διαβάσουμε και θα δεις! Θα βάλουμε στοίχημα!”, μου λέει απλώνοντας μου το αλαβάστρινο χέρι της.
“Άσε τις μαλακίες σε εμένα. Να το διαβάσεις μόνη σου και να μου πεις το τέλος. Εγώ μαζόχας δεν είμαι!”, της το φιλάω και της τσιμπώ τη μύτη.
Ρουθουνίζει εκνευρισμένη στον αέρα.
“Με εκνευρίζεις γιατί κατά βάθος έχεις δίκιο!”
“Το ξέρω ο μαλάκας! Είναι εύκολο να πουλήσεις παραμύθι σε κάποιον που το έχει ανάγκη για να παλέψει την σκληρή πραγματικότητα του, μανάρι μου. Αυτό πουλάνε αυτές οι κυριούλες και οι εκδοτικοί τους οίκοι. Γιατί μερικές φορές το θες το γαμημένο το παραμύθι, αρκεί να μην το μπερδέψεις με την πραγματικότητα.”
Μου ρίχνει μια απαλή σφαλιάρα στο μπούτι.
“Αχ, κύριε Γκρέι! Με αναστατώνετε!”, της λέω με τσιριχτή φωνή και σκάει στα γέλια. Μετά σοβαρεύει απότομα.
“Δεσποινίς Αναστασία, πρέπει να μείνετε απόλυτα ακίνητη.”, συνεχίζει κι εκείνη το παιχνίδι ρόλων με βαθιά φωνή.
“Ρε τι πάθατε και μιλάτε έτσι;”, ακούμε τον Διόνυσο ξαφνικά από πίσω μας.
Βάζουμε κι οι δυο τα γέλια και του πετάμε το αντίγραφο του «50 shades of Grey» στα μούτρα. Το κοιτάζει και κουνάει το κεφάλι του.
“Δεν διαβάζω βιβλία. Θα περιμένω να δω την ταινία.”, μας λέει και μας το πετάει πίσω στον καναπέ.
“Θα πάμε να το δούμε;”, εκστασιάζεται η Αφροδίτη.
Ανασηκώνει ανέμελα ο Διόνυσος τους ώμους του. Την κοιτάζω εκνευρισμένος.
“Δεν φτάνει που με έβαλες να το διαβάσω, θα πρέπει να το δω κι από πάνω;”
“Μην είσαι σπασαρχίδης, ρε! Το πολύ-πολύ να της πετάμε ποπ κορν όποτε λένε καμιά ηλίθια ατάκα!”, κλείνει το μάτι ο Διόνυσος και η Αφροδίτη τον κοιτάζει με θανατηφόρο βλέμμα.
“Δηλαδή καθ’ όλη την διάρκεια της ταινίας! Μέσα!”, λέω χαμογελώντας σατανικά.
“Με τέτοιους φίλους τι τους θέλω τους εχθρούς.”, λέει δραματικά η Αφροδίτη.
“Από το ολότελα καλή και η Παναγιώταινα.”, την πειράζει ο Διόνυσος.
Χαμογελά ο ένας στον άλλο κι οι δυο γυρίζουν προς το μέρος μου που κοιτάζω το κινητό. Τους χαμογελώ πειρακτικά. Πού να διανοηθώ να τους ομολογήσω ότι έχω κατεβάσει το δεύτερο βιβλίο και το διαβάζω στα κρυφά;


Ο φιλικός Χάρος της γειτονιάς σας.

Παρασκευή 14 Νοεμβρίου 2014

Ο Χάρος, η Αφροδίτη και οι 50 αποχρώσεις του Γκρέι πάρτ ουάν

Έχω λίγη ώρα ρεπό και βαριέμαι του θανατά. Μη γελάτε. Έχω δει όλα τα επεισόδια από τις σειρές που παρακολουθώ και νταξ. Να διαβάσω κανένα βιβλίο, λέτε; Εισερχόμενη κλήση από Αφροδίτη.
“Γεια σου, τρελό γκομενάκι!”, της λέω με λάγνα φωνή.
“Κάτι πήρε το αυτί μου ότι βαριέσαι!”, την ακούω να χαμογελά.
“Χμμ! Είναι η τυχερή μου μέρα; Θα μου κάτσεις;”, συνεχίζω να την πειράζω με πιο λάγνα φωνή.
Ακούγεται μια έκρηξη πίσω μου.
“Αμάν, ρε κορίτσια, με τους διακτινισμούς σας! Ευτυχώς που δεν μπορώ να πεθάνω, αλλιώς θα πήγαινα από έμφραγμα!”, της γκρινιάζω ενώ στρογγυλοκάθεται στον καναπέ δίπλα μου.
Μου κουνάει με βλέμμα πονηρό ένα βιβλίο. Την κοιτάζω με μισόκλειστα μάτια.
“Πριν πεις οτιδήποτε…”, ξεκινά να λέει.
“Ωχ!”, την διακόπτω.
“Έλα, μωρέ Χαρούλη μου!”, αρχίζει τις γαλιφιές εκείνη.
“Άσε τα Χαρούλη μου, εμένα! Την τελευταία φορά που έφερες βιβλίο για να διαβάσουμε, παραλίγο να με τσακίσει ο Ήφαιστος με τα σύνεργα του! Για να θυμηθώ πώς λεγόταν το βιβλίο… εμ η Ινδική Τέχνη του Έρωτα!!! Άντε να αποδείξω μετά ότι δεν είμαι ελέφαντας!”
Κάθεται πιο κοντά μου χασκογελώντας κι ανοίγει το βιβλίο ανάμεσα μας. Την στραβοκοιτάζω και ξεκινάμε να διαβάζουμε το πρώτο κεφάλαιο. Το τελειώνουμε και την κοιτάζω χαμογελώντας στραβά.
“Αχ είναι τόσο ερωτικό!”, μου λέει με καρδούλες στα μάτια.
“Κάνεις πλάκα, έτσι; Ο τύπος είναι βλαμμένος. Σαβουριάστηκε η άλλη κι αυτός αντί να βάλει τα γέλια έκατσε και γοητεύτηκε;”
Γυρνάει τα μάτια της στο ταβάνι αγανακτισμένη.
“Ρε Χαρούλη, αλήθεια όμως, ώρες-ώρες θέλω να σε κάνω να ερωτευτείς ξανά για να θυμηθείς την γλύκα!”
“Όχι, ευχαριστώ, δεν θα πάρω! Ρε αυτός δεν υποτίθεται ότι είναι σαδιστής με σαδομαζοχιστικά φετίχ; Ναι, καλό μου, ενημερώνομαι, μη με κοιτάς έτσι. Άσε δε που είναι και νέος και όμορφος και επιτυχημένος και γοητευτικός και έξυπνος και πλούσιος και …γάμησέ με δηλαδής! Κι αυτή είναι ατσούμπαλη, χαζή, σαν την γκόμενα του βρικόλακα από την άλλη τριλογία παπαριά το Twilight!”
“Ναι, αλλά το διαβάζεις ευχάριστα, ε;”, χαμογελάει πονηρά η Αφροδίτη.
“Ναι και τον κώλο της Jlo με την Iggy Azalea βλέπω ευχάριστα, μα δεν με κάνουν να προβληματίζομαι!”, της αντιγυρίζω ανάβοντας ένα τσιγάρο. “Τυχαία του παίρνει συνέντευξη επειδή αρρώστησε η φίλη της. Κι είναι τόσο βλαμμένη, που αντί να διαβάσει ερωτήσεις και να ξέρει τι της γίνεται, πάει στα κουτουρού και ρωτάει χύμα τον άνθρωπα αν είναι gay! Έπρεπε να την αρχίσει στο spanking εξ’αρχής!”, συνεχίζω την γκρίνια.
“Ω σταμάτα να δούμε τι γίνεται παρακάτω!”, με σκουντά η Αφροδίτη.
“Όχι, πες μου τι κλισέ από τα άρλεκιν ΔΕΝ έχει. Η αθώα, παρθένα παιδούλα με τον γόη εκατομμυριούχο πλην προβληματικό, άγαμο και υιοθετημένο;;; Φίλη μου, πραγματικά, ο Καΐλας πότε εμφανίζεται;”, σαρκάζω διαβάζοντας.
Εκείνη όμως κάνει μια ανυπόμονη κίνηση με το χέρι της και βυθίζεται στο διάβασμα.
“Αχ! Πήγε να την βρει στη δουλειά της!”, λιώνει εκείνη στο μπράτσο μου.
“Καλά κοτζάμ επιχειρηματίας, δεν μπορούσε να της κάνει μια πρόσκληση για δείπνο; Μόνο πήγε να αγοράσει ένα κάρο παπαριές; Μας δουλεύεις, κυρά-συγγραφέας-αποτέτοια μου;”, απορώ με το λιώσιμο της άλλης.
“Ερωτεύτηκε, μανάρι μου! Ο έρωτας σε κάνει χαζό και αστείο!”
“Ρε, δεν την παλεύετε! Όσο κι αν ερωτευτείς, όταν υποτίθεται ότι ο χαρακτήρας σου είναι όπως του κυρίου Γκρέι, δεν παθαίνεις τόσο εμφανώς την πλάκα σου για μία τέτοια πιτσιρίκα. Έλεος. Λίγος ρεαλισμός δεν βλάπτει.”
“Αν θέλαμε ρεαλισμό, θα διαβάζαμε το Les Miserables!”, μου αντιγυρίζει θιγμένη. “Διάβασε παρακάτω!”
Στο δέκατο κεφάλαιο έχω λιώσει στο γέλιο.
“Τον συμπαθώ κιόλας. Της είπε ότι δεν είναι ο άντρας γι’αυτήν κι εκείνη επιμένει! Της είπε ότι «I fuck hard.» κι εκείνη έχει ονειρώξεις! Παλικάρι ο τύπος! Πηδάει με τέτοιες μαλακίες γκόμενες! Θα αρχίσω κι εγώ από εδώ και στο εξής να το παίζω ανώμαλος, μα κατά βάθος ρομαντικός, ψυχάκιας, μα κατά βάθος αισθησιακός, βίαιος, μα κατά βάθος τρυφερός. Τι διαβάζετε, ρε κορίτσια;;; Γι’αυτό δεν ξέρετε τι θέλετε!”, ξεσπώ στο τέλος.
Η Αφροδίτη με κοιτάζει δολοφονικά. Ξαφνικά το κινητό της χτυπά. Μουγκρίζει διαβάζοντας το μήνυμα.
“Γύρισε ο Ήφαιστος! Θα έρθω αργότερα για την συνέχεια!”, μου λέει φιλώντας με βιαστικά στο μάγουλο.
“Μην αργήσεις. Ανυπομονώ μετά να διαβάσω το συμβόλαιο Αφέντη-Σκλάβας για να το πάω στον Λυσία να μου συντάξει ένα παρόμοιο.”, χαμογελώ στραβά ενώ εκείνη μου βγάζει κοροϊδευτικά την γλώσσα της και διακτινίζεται.

Του μπι κοντίνιουντ…

Ο φιλικός Χάρος της γειτονιάς σας.

Σάββατο 1 Νοεμβρίου 2014

Ο Χάρος και ο Όμηρος.

Σταθερή αξία στον χωροχρόνο: ανάσκελα στη βάρκα με τσιγάρα, να χαζεύω τα αστέρια. Πόσο περισσότερο ταπεινοί θα νιώθαμε όλοι, αν αφιερώναμε μισή ώρα κάθε βραδιά, ατενίζοντας τον νυχτερινό ουρανό.
Η μεγαλομανία της ανθρώπινης φύσης, σε αντίθεση με το μεγαλείο της απεραντοσύνης του σύμπαντος. Η ένταση της βουής του πλανήτη Γη, ενάντια στη γαλήνη της σιωπής των άστρων.
“Is there anybody out there?”, ρωτούν στ’ακουστικά μου οι Pink Floyd.
Γιατί να σας πλησιάσουν οι “εκεί έξω”, όταν αμελείτε να πλησιάσετε τους “εκεί μέσα”; Τζούρα από το τσιγάρο, εκπνοή.
«Θέλεις λίγη συντροφιά, Χάροντα;», ακούω την βαθιά και ήρεμη φωνή του μέσα στο κεφάλι μου.
Σοκαρίστηκα λίγο. Δεν φημίζεται για την κοινωνικότητα του τους τελευταίους αιώνες.
«Κόπιασε, Όμηρε.», ανασηκώνομαι βγάζοντας τα ακουστικά μου και φέρνω μια μαξιλάρα για να καθίσει στην πλώρη δίπλα μου.
«Είσαι καλά;», ρωτά κοιτάζοντας με ενδιαφέρον.
Είμαι έτοιμος να απαντήσω με την κλασική απάντηση ρουτίνας. Ξέρεις. Αυτή που λες για να καθησυχάσεις τους άλλους, αλλά και τον εαυτό σου.
«Αισθάνομαι κουρασμένος.», απαντώ σιγά, κοιτάζοντας τα πρώην τυφλά του μάτια.
«Σαν να έχεις απλωθεί όπως το βούτυρο πάνω σε πάρα πολύ ψωμί;», χαμογελά γλυκά.
«Βλέπω τα λέγατε με τον Tolkien.», του χαμογελώ κι εγώ.
«Τι σου συμβαίνει;», απλώνει το χέρι του στον ώμο μου.
«Οι θνητοί.», απαντώ λακωνικά.
«Α. Οι θνητοί. Πάντα προκαλούσαμε έντονα …συναισθήματα σε εσάς τους αθάνατους.», χαϊδεύει στοχαστικά την γενειάδα του.
«Τους αγαπώ. Μα δεν τους αντέχω άλλο. Να έχουν την δύναμη της επιλογής και να διαλέγουν να τα κάνουν όλα …σκατά!», θυμώνω.
«Αληθές. Μα όλοι δεν κάνουμε λάθη, αγαπητέ μου;», με σκουντά χαμογελώντας με καλοσύνη και σοφία.
«Ναι. Αλλά δεν καταστρέφω ούτε τον πλανήτη τους, ούτε τις ζωές τους.», σταυρώνω τα χέρια μου στο στήθος και μόλις που συνειδητοποιώ την παιδικότητα της κίνησης μου.
«Πρέπει κάποτε να χάσεις τα πάντα, ώστε να εκτιμήσεις την σημασία του τίποτε.», μου λέει σαν τον Μάντη Κάλχα.
«Ποιο το νόημα τότε;», τον ρωτώ ανάβοντας άλλο ένα τσιγάρο.
«Το νόημα, φίλε μου, είναι να βρεις την δύναμη για να κάνεις μια νέα αρχή. Η ανθρωπότητα είναι γεμάτη από νέα ξεκινήματα. Κι αυτό είναι η μαγεία της ύπαρξης της.», λέει και με μία κίνηση μοιάζει σαν να αγκαλιάζει τον έναστρο, χειμωνιάτικο ουρανό.
«Ως πότε όμως θα έχουν τα περιθώρια για νέα ξεκινήματα; Είναι δίκαιο για κάποιον που έχει φθείρει τους γύρω του τόσο πολύ, να έχει το δικαίωμα για  τόσες νέες αρχές κάνοντας τα ίδια λάθη;», επιμένω.
«Όσο υπάρχουν θνητοί που υπερασπίζονται και αντιπροσωπεύουν την αληθινή ανθρώπινη υπόσταση, θα υπάρχουν ευκαιρίες. Επειδή αυτό είναι το δίκαιο. Να μην καταδικάζουμε ένα σύνολο από τα λίγα ή τα πολλά παραδείγματα του. Ίσως γι’ αυτό οι κάτοικοι του “εκεί έξω” αναμένουν το πότε θα είμαστε έτοιμοι να ακούσουμε κι όχι ν’ ακουστούμε.», λέει και σηκώνεται όρθιος.
«Νόμιζα ότι θα καθόσουν λίγο ακόμα.», σηκώνομαι για να τον ξεπροβοδίσω.
«Έχουμε συνάντηση με τον Tolkien, τον Nietzsche και τον Αριστοφάνη.», χαμογελά πονηρά τρίβοντας τα χέρια του.
«Φιλολογική βραδιά;», ρωτώ απορημένος με την ξαφνική τσαχπινιά του.
«Ο Προμηθέας μας έφερε το “Dungeons and Dragons”. Θα σου φτιάξουμε κι εσένα ήρωα να έρχεσαι να μας βοηθάς όταν έχεις χρόνο.», εξηγεί αφήνοντας με άφωνο και φεύγει σφυρίζοντας το “Comfortably Numb”.

Ο φιλικός Χάρος της γειτονιάς σας.