Κυριακή 11 Δεκεμβρίου 2016

Ο ΧΑΡΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΠΡΟΕΟΡΤΙΑ

“Επιτέλους φεύγει το 2016!”

Γύρισα και κοίταξα με μισό μάτι τον Διόνυσο, ο οποίος στόλιζε ένα χριστουγεννιάτικο δέντρο στην πρύμνη της βάρκας μου.

“Σου είπα ότι θέλω να νιώσω την θαλπωρή των εορτών;”
“Ποτέ δεν σε ρωτάω. Γιατί το κάνεις θέμα τώρα; Α τα ‘μαθες; Πέθανε ο Κάστρο;”
“Σώπα, ρε!”, σάρκασα τραβώντας κουπί.
“Αφού αν δεν πω καμιά μαλακία, δεν το ανοίγεις το στόμα σου.”
“Δεν έχω διάθεση.”, μουρμούρισα και κοίταξα στην προβλήτα που περίμενε κόσμος για απέναντι.
“Από τότε που γεννήθηκες! Λες να έχουμε πάλι κανέναν διάσημο;”, κοίταξε μέσα από τα κιάλια του ανυπόμονα ο Διόνυσος.
“Μπα. Τα συνηθισμένα. Τροχαία. Άμαχοι.”, απάντησα στεγνά.
“Γλύκανε λίγο, πανάθεμα σε! Γιορτές πλησιάζουν! Μέρες αγάπης!”, με σκούντηξε ο Διόνυσος.
“Για πες το λίγο σε αυτούς να δω κάτι.”, του δείχνω με το βλέμμα του τους πεινασμένους, τους άμαχους. Ο Διόνυσος δεν το έβαλε κάτω.
“Εσύ τους συμπαθείς τους θνητούς. Τι σε έπιασε;”
“Ο κόσμος χρειάζεται ένα τεράστιο reset. Να εξαφανιστούν όλοι οι καριόληδες και οι καριόλες από τον γαλαξία τούτο. Μέρες αγάπης… Τι περιμένεις από έναν κόσμο που αντί να στηθεί δίπλα στους συνανθρώπους που έχουν ανάγκη, αποφασίζουν να στηθούν στην σειρά σαν τα ζωντανά στη σφαγή, για να αγοράσουν με εξήντα τοις εκατό έκπτωση gadgets; Χίλιες φορές να βλέπω δεινόσαυρους και αμοιβάδες!”
“Δεν είναι όλοι το ίδιο, ρε! Τι στο καλό; Εγώ θα κάνω εσένα τώρα; Όταν τα έλεγα εγώ, μόνο τον Κούγια που δεν είχες προσλάβει για την υπεράσπιση του ανθρώπινου γένους!”
“Όταν τους έκαιγα στην πυρά με έλεγαν απάνθρωπο…”, ακούστηκε ο Χίτλερ να παραμιλάει πιο πέρα.
“…ΣΚΑΣΕ!”, του φωνάξαμε ταυτόχρονα με τον Διόνυσο.
“…κι είχαν δίκιο. Όσο και να έχω επίγνωση της τότε παράνοιας μου, άλλη τόση πρέπει να έχεις κι εσύ, βαρκάρη! Τα πνεύματα τιμωρούμαστε όχι προς συμμόρφωση, αλλά προς κατανόηση. Μέχρι κι εγώ το έμαθα αυτό, εσύ ακόμη;”, είπε ο Αδόλφος.
“Κατάφερες τον Αδόλφο να γίνει λογικός. Ο ΑΔΟΛΦΟΣ ΧΙΤΛΕΡ, ΜΑΛΑΚΑ! ΤΙ ΖΩ Ο ΠΟΥΣΤΗΣ!”, γέλασε υστερικά ο Διόνυσος χτυπώντας το μέτωπο του με την παλάμη του.

Πλησίασα απειλητικά τον Αδόλφο. Εκείνος με κοίταξε κατάματα.

“Ναι. Δεν αστειεύομαι. Κατανόησα. Μου πήρε αρκετό καιρό. Η παράνοια, ξέρεις, μπορεί να μείνει κουσούρι και μετά θάνατον. Παρατήρησε τον Σίσυφο. Τον πλησίασε χθες ο Ερμής και του είπε για νιοστή φορά ότι δεν υπάρχει λόγος να σπρώχνει τον βράχο πάνω στο βουνό. Εκείνος τον έβρισε και συνέχισε. Μερικές φορές είμαστε υπεύθυνοι για την ανακύκλωση των βασάνων μας, Χάρε. Μερικές φορές όμως υποφέρουμε εξαιτίας εξωτερικών παραγόντων, τους οποίους δεν μπορούμε να τους ελέγξουμε. Δεν μπορείς να κατηγορείς ένα σύνολο εξαιτίας ενός σκάρτου δείγματος.”, ολοκλήρωσε και συνέχισε τον περίπατό του.
“Όσο κι αν έχω μείνει λίγο μαλάκας, δεν μπορώ να μην νιώσω λίγη αισιοδοξία!”, είπε με θαυμασμό ο Διόνυσος.
“Καμία αισιοδοξία.”, μουρμούρισα.
“Σάλτα και γαμήσου πια! Γιατί όχι;”, αγανάκτησε ο φίλος μου.
“Πόσες δεκαετίες ΜΕΤΑ θάνατον χρειάστηκαν για να καταλάβει ο Αδόλφος ότι ήταν ένας κατά συρροή παρανοϊκός δολοφόνος παύλα δικτάτορας;”

Ο Διόνυσος ανοιγόκλεισε έκπληκτος το στόμα και τα μάτια του.
“I rest my case.”, ψιθύρισα κλωτσώντας το χριστουγεννιάτικο δέντρο στα νερά του Αχέροντα.


Ο όχι και τόσο φιλικός Χάρος της γειτονιάς σας.